Ενα σύντομο ιστορικό

Από τα μέσα της δεκαετίας του '90 μέχρι και σήμερα, ο «κοινωνικός διάλογος» αποτέλεσε ένα από τα σημαντικότερα εργαλεία στα χέρια της κυβέρνησης και των βιομηχάνων, προκειμένου να εγκλωβίσουν τους εργαζόμενους, να καθυστερήσουν ή να αποτρέψουν αγώνες, να αλλοιώσουν το ταξικό τους περιεχόμενο και τελικά να επιβάλουν τα αντιδραστικά τους μέτρα, στο σύνολο ή τον πυρήνα τους. Τα παραδείγματα είναι πολλά και αποκαλυπτικά:

  • Το 1997 ξεκίνησε ο πρώτος «κοινωνικός διάλογος», ο οποίος κατέληξε σε ένα «Σύμφωνο Εμπιστοσύνης προς το 2000». Το «Σύμφωνο» αυτό χάραξε το πλαίσιο των αντεργατικών - αντιλαϊκών μέτρων που έρχονταν. Οι ταξικές δυνάμεις, από την πρώτη στιγμή, είχαν καταδικάσει το «διάλογο» και οργάνωσαν κινητοποιήσεις. Αντίθετα, οι παρατάξεις ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ και «Αυτόνομη Παρέμβαση» (ΑΠ - η συνδικαλιστική παράταξη του τότε «Συνασπισμού», η οποία έχει μετονομασθεί σε ΜΕΤΑ) στη ΓΣΕΕ και την ΑΔΕΔΥ επέλεξαν τη συμμετοχή στον «κοινωνικό διάλογο». Μόνο προς το τέλος του διαφοροποιήθηκαν η ΔΑΚΕ και η ΑΠ, αρνούμενες να υπογράψουν το «Σύμφωνο». Η διαφοροποίηση αυτή δεν άλλαζε, ωστόσο, την ουσία, καθώς όλα είχαν καταληχθεί. Τελικά, ο Χρ. Πολυζωγόπουλος, τότε πρόεδρος της ΓΣΕΕ και στέλεχος της ΠΑΣΚΕ, έχοντας χάσει μία ψήφο και από την παράταξή του, χρησιμοποίησε διάταξη του καταστατικού της ΓΣΕΕ, σύμφωνα με την οποία η ψήφος του προέδρου της μετριέται διπλή, για να επικυρώσει την αντεργατική κατάληξη. Τόσο το «Σύμφωνο», όσο και ο νόμος που ακολούθησε είχαν οδυνηρές επιπτώσεις στο 8ωρο, στους μισθούς, στις εργασιακές σχέσεις γενικότερα και τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, στην πλήρη απασχόληση. Σήμερα, ο Χρ. Πολυζωγόπουλος είναι πρόεδρος της ΟΚΕ, διαδεχόμενος πρώην αντιπρόεδρο του Συνδέσμου Ελλήνων Βιομηχάνων...
  • Δύο χρόνια μετά, το 1998, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ πέρασε το νόμο 2639 με τον οποίο θεσμοθέτησε την εκ περιτροπής εργασία και τα stage. Στην εισηγητική έκθεση του νόμου μνημονεύεται το «Σύμφωνο»: «Τα μέτρα του νομοσχεδίου αποτελούν προϊόν του κοινωνικού διαλόγου που κατέληξε στο "Σύμφωνο Εμπιστοσύνης προς το 2000"».
  • Λίγο πριν ολοκληρωθεί ο «διάλογος» για τις εργασιακές σχέσεις, άρχισε αυτός για το λεγόμενο «μίνι» Ασφαλιστικό, που οδήγησε σε ανατροπές στα ασφαλιστικά δικαιώματα. Λόγω των προηγούμενων αντιδράσεων, επιλέχθηκε μια διαφορετική μορφή για το νέο «διάλογο». Αντί για συναντήσεις των αντιπροσωπειών των οργανώσεων των «κοινωνικών εταίρων» με την κυβέρνηση και ύστερα από την άρνηση μεγάλων συνταξιουχικών οργανώσεων να συμμετάσχουν, συγκροτήθηκαν «επιτροπές» τεχνοκρατών, οι οποίες μελέτησαν «επιστημονικά» το Ασφαλιστικό. Αποτέλεσμα ήταν ο νόμος 2676/99, που, μεταξύ άλλων, ενίσχυσε την παράδοση των αποθεματικών των Ταμείων στο χρηματιστηριακό τζόγο και χειροτέρευσε τις προϋποθέσεις χορήγησης των συντάξεων χηρείας. Η ΓΣΕΕ είχε στείλει εκπροσώπους, ο πρόεδρός της δήλωνε όμως ότι δεν υφίσταται διάλογος!
  • Ενα ακόμα «κατόρθωμα» του «κοινωνικού διαλόγου» είναι ο νόμος 2874/2000, που ενίσχυσε τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας, τη μερική απασχόληση, μείωσε τις εργοδοτικές ασφαλιστικές εισφορές, αύξησε τα όρια των ομαδικών απολύσεων κ.ά.
  • Την άνοιξη του 2001, η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ γνωστοποίησε τις αντιασφαλιστικές της διαθέσεις μέσω του γνωστού σχεδίου Γιαννίτση. Οι αγωνιστικές διαθέσεις των εργατοϋπαλλήλων ανάγκασαν τις συμβιβασμένες πλειοψηφίες σε ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ να κηρύξουν κινητοποιήσεις. Την ίδια στιγμή, όμως, αυτές οι πλειοψηφίες «συμβούλευαν» την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ να ακολουθήσει την τακτική του «κοινωνικού διαλόγου». Ο υπουργός Εργασίας άλλαξε και στη θέση του Γιαννίτση μπήκε ο Δ. Ρέππας. Το Μάρτη του 2002, ξεκίνησε ο «κοινωνικός διάλογος» με τη συμμετοχή των πλειοψηφιών σε ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ - ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ και «Αυτόνομης Παρέμβασης» (ΣΥΝ). Ο τότε επικεφαλής της ΠΑΣΚΕ και πρόεδρος της ΓΣΕΕ, Χρ. Πολυζωγόπουλος, προανήγγειλε ουσιαστικά την αποδοχή των αντιασφαλιστικών σχεδιασμών (ενσωματώθηκαν τελικά στον γνωστό «νόμο Ρέππα»), πριν ακόμα ξεκινήσει ο «διάλογος». Η ΔΑΚΕ και η «Αυτόνομη Παρέμβαση» συμμετείχαν στο «διάλογο. Οι όποιες εκ των υστέρων διαφοροποιήσεις τους δεν αλλάζουν σε τίποτα αυτό το γεγονός. Στις 20 Μάρτη 2002 και ενώ οι ταξικές δυνάμεις οργάνωναν την απεργία που είχαν κηρύξει για τις 3 Απρίλη, ο τότε πρόεδρος του ΣΥΝ, Ν. Κωνσταντόπουλος, συναντιόταν με τον υπουργό Εργασίας του ΠΑΣΟΚ, δίνοντας το άλλοθι που αναζητούσε η κυβέρνηση για να προχωρήσει. Μάλιστα, σε δηλώσεις του, διαμαρτυρόταν όχι γιατί γινόταν «κοινωνικός διάλογος», αλλά γιατί η κυβέρνηση δεν έκανε αληθινό και ουσιαστικό «κοινωνικό διάλογο»! Ο πρόεδρος της ΝΔ, Κ. Καραμανλής, τον καιρό της συζήτησης του νομοσχεδίου, δήλωσε στη Βουλή ότι όταν βγει κυβέρνηση δεν πρόκειται να ακυρώσει το νόμο, όπως και έκανε.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις